-
1 ἔν-νομος
ἔν-νομος, 1) (νέμομαι) der darin Wohnende, γᾶς, Einwohner, Aesch. Suppl. 560. – 2) (νόμος) gesetzlich, rechtmäßig, durch das Gesetz bestimmt; ἀγῶνες Pind. Ol. 7, 84; χϑονὸς αἶσα P. 9, 59; δίκας οὐ τυγχάνουσιν ἐννόμου Aesch. Suppl. 379, vgl. Ch. 476; οὔτ' ἔννομ' εἶπας, Gerechtes, Soph. O. R. 322; ἔννομον δίκην πράσσεσϑαι Eur. Phoen. 1645, vgl. I. T 35; ἔννομα πείσονται, die gerechte Strafe, Thuc. 3, 67; Ggstz von παράνομος, Plat. Polit. 302 e; κατὰ τὴν ἔννομον ὁμολογίαν γενομένην Legg. XI, 921 c; πολιτεία Aesch. 1, 5; ἱκετεύω τὰ πάντων ἐννομώτατα, um das Gerechteste, Xen. Hell. 2, 3, 52; τὴν ἔννομον βασιλείαν εἰς τυραννίδα μεταστῆσαι Pol. 2, 47, 3. – Von Personen, gerecht, rechtschaffen, im Ggstz von κακοί, Aesch. Suppl. 399; καὶ σπουδαῖος ἀνήρ Plat. Rep. IV, 424 e. – Vom Gesange, übereinstimmend, harmonisch, Luc. salt. 2. – Adv., Sp., wie D. Cass. 56, 7.
-
2 Worth
adj.P. and V. ἄξιος (absol. or gen.).Equivalent to: P. ἀντάξιος (gen.).Worth having, adj.: P. and V. σπουδαῖος.Worth its weight in silver: V. ἰσάργυρος.You would have thought the addition of our power to yours worth much expenditure and much gratitude: P. ὑμεῖς ἂν πρὸ πολλῶν χρημάτων καὶ χάριτος ἐτιμήσασθε δύναμιν ὑμῖν προσγενέσθαι (Thuc. 1, 33).A man who is worth anything at all: P. ἀνὴρ ὅτου τι καὶ σμικρὸν ὄφελός ἐστι (Plat., Ap. 28B).The stater of Cyzicus was worth there twentyeight Attic drachmae: P. ὁ Κυζικηνὸς (στατὴρ) ἐδύνατο ἐκεῖ καὶ ὄκτω δραχμὰς Ἀττικάς (Dem. 914).——————subs.Value: P. and V. ἀξία, ἡ.Price: Ar. and P. τιμή, ἡ, V. τῖμος, ὁ.Honour, estimation: P. and V. ἀξίωμα, τό, τιμή, ἡ.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Worth
См. также в других словарях:
πολλοστός — ή, ό / πολλοστός, ή, όν, ΝΜΑ αυτός που αποτελεί το ελάχιστο μέρος ενός όλου («κίνησις... δευτέρα τε καὶ ὁπόσων ἀριθμῶν βούλοιτο ἄν τις ἀριθμεῑν αὐτήν πολλοστήν τοσούτων», Πλάτ.) νεοελλ. τελευταίος από ή σε μια σειρά («σού τό επαναλαμβάνω για… … Dictionary of Greek
Κωνσταντίνος — I Όνομα δύο βασιλιάδων της νεότερης Ελλάδας. 1. Κ. Α’ (Κωνσταντίνος Γκλίξμπουργκ, Αθήνα 1868 – Παλέρμο, Σικελία 1923). Βασιλιάς των Ελλήνων (1913 17, 1920 22). Ήταν πρωτότοκος γιος του βασιλιά Γεωργίου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Έπειτα από… … Dictionary of Greek